ηρωικός

ηρωικός
-ή, -ό (Α ἡρωϊκός, -ή, -όν) [ήρως]
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ήρωα ή στους ήρωες («κατά τους ηρωικούς χρόνους»)
2. αυτός που αρμόζει σε ήρωα («ηρωική αρετή»)
νεοελλ.
αυτός που έχει ιδιότητες ήρωα, ο γενναίος μέχρι σημείου αυτοθυσίας
αρχ.
φρ.
1. «ἡρωϊκός στίχος» — ο εξάμετρος
2. «ἡρωϊκόν μέτρον» — το δακτυλικό εξάμετρο
3. «ἡρωϊκή τάξις» — επικό ποίημα.
επίρρ...
ηρωικώς και -ά (Α ἡρωϊκῶς)
με ηρωικό τρόπο, σαν ήρωας (α. «αντιστάθηκε ηρωικά» β. «ἡρωϊκῶς τελευτῆσαι τον βίον», Διόδ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ηρωικός — ή, ό επίρρ. ά 1. αυτός που αναφέρεται στους ήρωες: Ηρωική εποχή. – Ηρωική ποίηση. 2. αυτός που έχει τα χαρακτηριστικά του ήρωα ή ταιριάζει σε ήρωα: Ηρωικός θάνατος. – Ηρωική πράξη. – Ηρωική αντίσταση. – Έπεσε ηρωικά. 3. «Ηρωικό μέτρο», το… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἡρωικός — ἡρωίζω write heroic verse perf part act neut nom/voc/acc sg ἡρωικός of the heroes masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡρωικά — ἡρωικός of the heroes neut nom/voc/acc pl ἡρωικά̱ , ἡρωικός of the heroes fem nom/voc/acc dual ἡρωικά̱ , ἡρωικός of the heroes fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡρωικώτερον — ἡρωικός of the heroes adverbial comp ἡρωικός of the heroes masc acc comp sg ἡρωικός of the heroes neut nom/voc/acc comp sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡρωικῶν — ἡρωικός of the heroes fem gen pl ἡρωικός of the heroes masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡρωικόν — ἡρωικός of the heroes masc acc sg ἡρωικός of the heroes neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φλαντανελάς — Ηρωικός Βυζαντινός πλοίαρχος. Διακρίθηκε στην τελευταία πολιορκία της Κωνσταντινούπολης (1453). Όταν, στις αρχές της άνοιξης του 1453, ο τουρκικός στόλος έφτασε στην Κωνσταντινούπολη και άρχισε τον αποκλεισμό, ο Φ., ο οποίος βρισκόταν με τον… …   Dictionary of Greek

  • ἡρωικαῖς — ἡρωικός of the heroes fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡρωικαί — ἡρωικός of the heroes fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡρωικοῖς — ἡρωικός of the heroes masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”